Αρχική Ελλαδα Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΒΑΦΗ ΚΑΙ ΠΑΛΑΜΑ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΒΑΦΗ ΚΑΙ ΠΑΛΑΜΑ

Από antwnio

Του Γεωργίου Καραμαδούκη

Στο άρθρο αυτό θα αναδείξουμε πως εκφράζεται η ελληνικότητα στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη και Κωστή Παλαμά μέσα από δυο συγκεκριμένα ποιήματά του. Το ποίημα του Παλαμά «Τα δώρα της Πρωτοχρονιάς» ανήκει στην ποιητική συλλογή του Τα τραγούδια της πατρίδας μου (1886), όπου είναι συνυφασμένα τόσο με την δημοτική παράδοση όσο και με μηνύματα εθνικά. Στο ποίημα αυτό διακρίνουμε εντεκασύλλαβους στίχους σε ιαμβικό μέτρο πράγμα που κυρίως χαρακτηρίζει τα σονέτα. Η στροφική του οργάνωση απαρτίζεται από δυο δίστιχα που συγκροτούν την πρώτη στροφή και τρεις τετράστιχες γραμμένες σε δημοτική γλώσσα.
Το ποίημα του εκφράζει με ενάργεια την αγάπη για την πατρίδα, καθώς από την πρώτο κιόλας στίχο χρησιμοποιείται η λέξη αυτή. Μάλιστα ο Παλαμάς προβαίνει σε μια πρωτοτυπία διαλογικής μορφής ξεκινώντας το ποίημά του, καθώς εμφανίζει τον εαυτό του ή ενδεχομένως το ποιητικό υποκείμενο σε πρώτο πρόσωπο, ως παιδί που ρωτά την μάνα πατρίδα τι θέλει να της χαρίσει την πρωτοχρονιά ως δώρο. Η απόκριση της μάνας αναδεικνύει την πολεμική αρετή, καθώς γίνεται λόγος για λιονταρίσιο κορμί και σπαθί παλικαρίσο (στ. 3-4).
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ποιητής γράφει μέσα στο ιστορικό κλίμα της Μεγάλης Ιδέας, όπου είναι σε έξαρση ο ελληνικός εθνικισμός, καθώς η Ελλάς μάχεται για την εθνική της ολοκλήρωση. Οι θρύλοι του Βυζαντίου εμφανίζονται στους στίχους 5-6, όπου γίνεται λόγος για νεραϊδογέννητη χώρα και δικέφαλους αετούς. Στους αμέσους επόμενους στίχους φανερώνεται ο πόθος της εδαφικής αποκατάστασης, καθώς η μάνα δεν θέλει ξένα δώρα, αλλά τα παλιά δικά της πλούτη.
Ο ποιητής αποκρινόμενος με την σειρά του στην μάνα πατρίδα στην τρίτη στροφή μιλάει για τα χαμένα μεγαλεία, κάνοντας λόγο για στολίδια που χαίρονται τώρα άλλοι. Στην τελευταία στροφή η μάνα πατρίδα εκδηλώνει την επιθυμία της ανάκτησης της παλαιάς της δόξας συνδέοντας την με την έμπρακτη αγάπη που οφείλει να δείξει ο ελληνισμός σε αυτήν.
Στο ποίημα λοιπόν αυτό διαβλέπουμε το ρομαντικό πνεύμα που σχετίζεται με την απελευθέρωση των σκλαβωμένων περιοχών της Ελλάδας. Συναντούμε όμως και την χρήση συμβόλων όπως το σπαθί, τον δικέφαλο αϊτό, τα στολίδια, καθώς τις λάμιες και τα φίδια που αναπαριστάνουν τους εχθρούς (στ. 11).
Στο ποίημα του Καβάφη 200 π.Χ. αντιθέτως διακρίνουμε διαφορές τόσο ως προς την στροφική οργάνωση όσο και ως προς την γλώσσα. Όσο αφορά το πρώτο παρατηρούμε στροφές με ποικίλο αριθμό στίχων που εμφανίζονται ανισοσύλλαβοι. Όσο αφορά το δεύτερο η γλώσσα χαρακτηρίζεται από την παρουσία δημοτικής και καθαρεύουσας. Ο Καβάφης ως προς την θεματική του έγραψε έργα ιστορικά, φιλοσοφικά και ηδονικά και σε πολλά από αυτά συναντάμε τον διδακτισμό. Ο τίτλος του ποιήματος ασφαλώς μας παραπέμπει στην πρώτη κατηγορία, χωρίς όμως να λείπουν από το περιεχόμενό του ο φιλοσοφικός στοχασμός και ο διδακτισμός.
Το ποίημα του αυτό ξεκινάει με το γνωστό επίγραμμα με το οποίο συνόδευσε την αποστολή των 300 περσικών ασπίδων στην Αθήνα ως ανάθημα ο Μ. Αλέξανδρος. Αυτό που συναντάμε επαναληπτικά είναι ο τονισμός της φράσης «πλην Λακεδαιμονίων». Ο ποιητής φαίνεται εδώ να χρησιμοποιεί ειρωνικό λόγο που μάλιστα φτάνει σε επίπεδα απαξίωσης της στάσης των Σπαρτιατών στον τελευταίο στίχο «Για Λακεδαιμονίους θα μιλάμε τώρα!». Συνεπώς ο Καβάφης δεν γράφει μόνο για να εκθειάσει την πολεμική αρετή των Ελλήνων (αναφέρεται στις μάχες του Γρανικού, της Ισσού και των Άρβυλων), αλλά και να ασκήσει κριτική στις παθογένειές τους. Στην συγκεκριμένη περίπτωση στηλιτεύει τον αρχηγισμό των Σπαρτιατών, που δεν τους επέτρεψε να μετέχουν στην εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου.
Εκτός αυτού όμως η εποχή που αποτυπώνεται το ποίημα, είναι μια εποχή που ο ελληνιστικός κόσμος εισέρχεται σε κρίση εξ αιτίας της παρουσίας των Ρωμαίων. Αυτό έρχεται να αναδείξει συνειρμικά την κρίση της εποχής γραφής του ποιήματος (1931) όπου ο ελληνισμός προσπαθεί να συνέλθει από την προσφυγική κρίση της μικρασιαστικής καταστροφής. Ο Καβάφης προσπαθεί να συντήξει το παρελθόν με το παρόν επιλέγοντας παρεμφερή νοηματικά ιστορικά γεγονότα για να τα επικρίνει ή να τα σχολιάσει. Άλλωστε ο ποιητής προτιμά να παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα από την οπτική γωνία των ηττημένων.
Ο ελληνισμός του Καβάφη σε αντίθεση με του Παλαμά, είναι συνυφασμένος με την γνώση της ελληνικής γλώσσας και δεν σχετίζεται με φυλετικούς και εδαφικούς όρους. Στο ποίημα αυτό αναδεικνύεται από την αναφορά του στην Κοινή ελληνική λαλιά, που έφθασε ως την Βακτριανή και την Ινδία (στ. 30-31). Βλέπει λοιπόν τον ελληνισμό μέσα στα πλαίσια της διασταυρώσεως πολιτισμών του ελληνιστικού κόσμου και σε αυτό ίσως έπαιξε ρόλο και η διαβίωση του στην Αλεξάνδρεια.

Διαβάστε επίσης